ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ - ΠΑΥΛΟΣ ΠΑΥΛΑΚΗΣ
<--Επιστροφή


Κ.Ι.: 8.9.1996. Βρισκόμαστε στην Αγία Νάπα, στο γραφείο του κ. Παύλου Παυλάκη, τομεάρχη κατά τη διάρκεια 1955 - 1959 της περιοχής Αμμοχώστου. Ο κ. Παυλάκης έχει προσφέρει πάρα πολλά στον Αγώνα. Δεν θα πούμε την προσωπική του ιστορία, θα επικεντρωθούμε σήμερα στη γνωριμία του, στη συνεργασία και φιλία του με τον αείμνηστο Κυριάκο Μάτση, ο οποίος ήταν επίσης συνδεδεμένος με την Αμμόχωστο. Και από την Αμμόχωστο ξεκίνησαν πολλά πράγματα για τον Κυριάκο Μάτση, όπως και για τον κ. Παυλάκη.
Κύριε Παυλάκη, θα σας πάρω πολλά χρόνια πίσω. Ας ξεκινήσουμε από την πρώτη γνωριμία και κατοπινή φιλία σας με τον Κυριάκο Μάτση.

Π.Π.:
Η πρώτη μου γνωριμία με τον Κυριάκο ήταν μέσω του Γρηγόρη Αυξεντίου. Με τον Γρηγόρη είχα μια γνωριμία από το 1948. Και γι' αυτό, με την προετοιμασία της έναρξης του απελευθερωτικού αγώνα, ο Γρηγόρης Αυξεντίου, μαζί με τον Αντώνη Παπαδόπουλο, με προσήγγισαν, πρέπει να ήταν αρχές του Γενάρη του 1955 και με μύησαν στον Αγώνα.
Και με τους δύο συνδεόμουν με φιλία και γι' αυτό, όταν ξεκίνησε ο Γρηγόρης πήρε τον Αντώνη από τη μια και εμένα από την άλλη. Δεν ξέρω πόσες μέρες μετά έγινε η γνωριμία μου με τον Κυριάκο Μάτση, τον οποίο έφερε στην Αμμόχωστο ο Αυξεντίου.

Ίσως η πρώτη μας συνάντηση να έγινε στα αποδυτήρια του ΓΣΕ παρόντος και του Αντώνη Παπαδόπουλου. Βέβαια τον Κυριάκο μπορεί να τον θυμόμουνα και νωρίτερα στην Αμμόχωστο, αλλά δεν συνδεόμασταν. Η γνωριμία μας ξεκινά από δω. Πριν την έναρξη του Αγώνα, αρχές του Γενάρη, του 1955. Σ' αυτή την περίοδο, ο Κυριάκος ήταν στα Κούκλια, εκεί δούλευε, στο αγρόκτημα των θείων του.

Η συνεργασία μας στην αρχή αφορούσε την εξεύρεση υλών, και εκρηκτικών υλών, ανταλλαγή πληροφοριών και εκπαίδευση για όλους μας στην κατασκευή και χρήση εκρηκτικών μηχανισμών. Ο Κυριάκος ήταν ο άνθρωπος με τον οποίο, από την πρώτη στιγμή, συνδέθηκα με φιλία. Όχι τη φιλία δύο ανθρώπων που ταιριάζουν και κάνουν παρέα. Ο σύνδεσμος, ο δεσμός ήταν ψυχικός, πνευματικός άν θέλετε. Κοντά, μας έφερε ο κοινός καημός για την απελευθέρωση της Κύπρου. Και ο φιλικός αυτός δεσμός έγινε το ίδιο ισχυρός με κείνο που είχα με το Γρηγόρη και τον Αντώνη.

Ο Γρηγόρης κατεζητήθη από την 1 η Απριλίου. Ο Αντώνης κι εγώ μείναμε στην Αμμόχωστο και ο Κυριάκος ήταν στα Κούκλια και την περιοχή της Λύσης. Είχαμε μια συνεργασία θαυμάσια. Εκείνο όμως που είχε μεγαλύτερη σημασία, πέρα από τη συνεργασία μας στον Αγώνα, ήταν ο κοινός προβληματισμός. Ο καημός για απελευθέρωση της Κύπρου, η Ιστορία του νησιού ήταν πάντοτε τα θέματα των συζητήσεών μας. Όμως δεν μας απασχολούσε μόνο η απελευθέρωση της Κύπρου και φυσικά η Ένωση. Μετά την πραγματοποίησή της βλέπαμε πιο μακριά, τη Βόρειο Ήπειρο, τους Έλληνες της Κωνσταντινουπόλεως και της Μικράς Ασίας.

Κ.Ι.: Τη Μεγάλη Ιδέα δηλαδή.

Π.Π.:
Αν έτσι ονομάζεται, ναι. Ο καημός μας ήταν ο Ελληνισμός. Θα βρείτε
ίσως και σε κείμενα του Κυριάκου αυτές τις ιδέες.
Με τον Κυριάκο ανταλλάξαμε και βιβλία, όπως την Αιολική Γη του Βενέζη. Βιβλία που είχαν σχέση με τους αλύτρωτους Έλληνες.

Κ.Ι.:
Τον μείζονα Ελληνισμό.

Π.Π.:
Ναι. Σε κάποιο στάδιο ο Κυριάκος αναλαμβάνει, μετά από ανάθεση του Διγενή, τη θέση του Κεντρικού Συνδέσμου στη Λευκωσία. Αυτό πρέπει να έγινε γύρω στον Οκτώβρη - Νιόβρη του 1955.
Ο Γιαννάκης Δρουσιώτης, ο οποίος έφερε το Ψευδώνυμο Αβέρωφ και ήταν μέχρι τότε ο Κεντρικός Σύνδεσμος, μετετέθη στην Πάφο, για να οργανώσει το αντάρτικο εκεί.
Στο μεταξύ ο Κυριάκος, δεν θυμάμαι ακριβώς πότε, έφυγε από τα Κούκλια και βρήκε δουλειά στο Μιτσερό, στου Μαγκλή. Από κει συνδέθηκε με την Οργάνωση στη Λευκωσία. Τι ρόλο όμως διαδραμάτιζε όσο ήταν στη Λευκωσία, προτού αναλάβει τα νέα του καθήκοντα, δεν τον γνωρίζω.
Είναι γεγονός όμως ότι από τη στιγμή που ανέλαβε καθήκοντα Κεντρικού Συνδέσμου, οι επαφές και η συνεργασία μας πύκνωσαν περισσότερο.

Κ.Ι.:
Κύριε Παυλάκη, μπορώ να διακόψω για να αναλύσουμε κάποια πράγματα;
Με τον Κυριάκο είχατε τον καημό της Ρωμιοσύνης, όπως λέμε, του μείζονος Ελληνισμού, της αποκαταστάσεως του Έθνους στο σύνολό του. Αυτά πότε τα κουβεντιάζατε και τι έδειχνε ο Κυριάκος κατά τη διάρκεια των συζητήσεων αυτών;

Π.Π.:
Με τον Αντώνη και τον Κυριάκο, θυμάμαι, κάναμε νυχτερινούς περιπάτους μέχρι και τις πρωινές ώρες και κουβεντιάζαμε. Με τον Αυξεντίου δεν είχαμε αυτή την ευκαιρία μετά την καταζήτησή του. Κεντρικός άξονας αυτών των συζητήσεων ήταν αυτός ο καημός του Ελληνισμού για τον οποίο μιλήσαμε.
Εκείνο που μπορώ να σας πω είναι ότι ξενυχτούσαμε κουβεντιάζοντας και στα Κούκλια. Όταν πήγαινα εκεί.

Κ.Ι.:
Πόσων χρόνων ήσασταν τότε, κ. Παυλάκη;

Π.Π.:
Ήμουνα 25 χρόνων. Δεν ήμουν παιδί που μπήκε στον Αγώνα χωρίς να ξέρει γιατί. Ο Κυριάκος με περνούσε τέσσερα χρόνια;

Κ.Ι.:
Του 1926.

Π.Π.:
Ο Κυριάκος γεννήθηκε το '26, ο Αυξεντίου το '28, ο Αντώνης το '29 κι εγώ το '30. Δεν ήμασταν παιδιά. Είχαμε επίγνωση των καταστάσεων.
Σ' αυτές τις ολονύχτιες συζητήσεις και τους στοχασμούς, ήμασταν σαν ερωτευμένοι που, όταν συναντηθούν, μιλούν ατέλειωτα μεταξύ τους. Μας συνέπαιρνε αυτός ο διάλογος και η ανταλλαγή απόψεων.
Ο Κυριάκος ήταν οραματιστής. Το ίδιο ήταν και ο Αυξεντίου, αν και προβάλλεται κυρίως σαν πολεμιστής. Ο Αυξεντίου δεν υστερούσε του Κυριάκου σε πνευματικότητα και οραματισμό, όσον αφορά την ιδέα της αποκαταστάσεως του Έθνους.

Ο Κυριάκος προχωρούσε πιο πέρα από τα στενά εθνικά πλαίσια. Άγγιξε τον άνθρωπο, την ανθρωπότητα. Είχε μια καθολικότητα. Από τον Πενταδάκτυλο, όπου βρισκόταν, μου έστειλε ένα 11σέλιδο γράμμα, που δυστυχώς δεν υπάρχει. Εκεί εύρισκες όχι μόνο τον ίδιο τον Κυριάκο αλλά και τους στοχασμού ς άλλων συναγωνιστών. Το χάρισμα που είχε ο Κυριάκος και δεν είχαμε οι υπόλοιποι, ήταν η δυνατότητά του να εκφράζεται. Ήταν ένας χείμαρρος στην έκφραση και έβγαζε από μέσα του αυτό που μπορούσε να είχαμε καταπιεσμένο κι εμείς μέσα μας. Στο γράμμα που σας ανέφερα, έγραφε πως ατένιζε από τον Πενταδάκτυλο την Καραμανιά απέναντι κι εκείνο που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι έβλεπε ενιαίο αυτό το χώρο.

Κ.Ι.:
Μα ήταν ενιαίος.

Π.Π.:
Προσέξτε, όχι μόνο από πλευράς ελληνικότητας, αλλά από πλευράς ανθρώπων. Και τους Τούρκους στα Κούκλια δεν τους έβλεπε διαφορετικά από τους Έλληνες, παρ' όλο τον εθνικισμό του.

Κ.Ι.:
Μου θυμίζει το Ρήγα με τα Βαλκάνια.

Π.Π.:
Και η γη. Τα δυο πράγματα που ξεχώριζαν τον Κυριάκο από άλλους ήταν η έφεση για την απελευθέρωση του ανθρώπου γενικά και η αγάπη για τη γη. Την αξία που απέδιδε στη γη, σαν τη μάνα των πάντων.

K.I.: Η κουροτρόφος, όπως έλεγαν οι αρχαίοι.

Π.Π.:
Έτσι είχαμε ένα ευρύ πεδίο επικοινωνίας και συνεννοήσεως με τον Κυριάκο. Και αυτή η επικοινωνία συνεχίστηκε με αλληλογραφία, όταν ο Κυριάκος έφυγε για το Μιτσερό.

Κ.Ι.:
Είχατε ανταλλάξει πολλές επιστολές, κ. Παυλάκη;

Π.Π.:
Ο Κυριάκος έγραφε όποτε του έκανε κέφι. Μπορούσε να γράψει
μια φορά, μπορεί και δυο φορές τη βδομάδα.

Κ.Ι.:
Και δεν έχετε καθόλου επιστολές του;

Π.Π.:
Όχι, γιατί τις καίγαμε για λόγους ασφαλείας. Δεν ξέρω με ποιους άλλους είχε επαφή και με ποιους επικοινωνούσε, αλλά πιστεύω πως όποτε ένιωθε την ανάγκη να εξωτερικεύσει τα αισθήματα, τον προβληματισμό του, μου έγραφε. Το κακό είναι ότι δεν διεσώθη καμμιά επιστολή του.

Κ.Ι.:
Και του απαντούσατε;

Π.Π.:
Βεβαίως! Κι εγώ ένιωθα αυτή την ανάγκη και δεν περνούσε βδομάδα που να μην του γράψω. Σημειώστε ότι το ίδιο γινότανε και με το Γρηγόρη Αυξεντίου. Μόλο που βρισκόταν σ' άλλη περιοχή, δεν περνούσε βδομάδα που να μην ανταλλάξουμε επιστολές. Τους καημούς του ο καθένας ένιωθε την ανάγκη να τους εκφράσει μ' αυτό τον τρόπο.

Κ.Ι.:
Δεν μιλούσατε μόνο για τον Αγώνα, αλλά για την ψυχή σας και τον άνθρωπο γενικά.

Π.Π.:
Βέβαια. Το πλαίσιο των ενδιαφερόντων που σας περιέγραψα, αποτελούσε και το πλαίσιο της επικοινωνίας μας. Αν δεν αναφέρω τον Αντώνη σ' αυτή τη γραπτή επικοινωνία, είναι γιατί με τον Αντώνη ήμασταν μαζί και είχαμε τη δυνατότητα να τα λέμε διά ζώσης.

Με τον Κυριάκο βρεθήκαμε ξανά στις αρχές του Γενάρη του 1956, στην Ομορφίτα. Ως συλληφθέντες. Εμένα με συνέλαβαν στις 23 Δεκεμβρίου του 1955 και κατέληξα στην Ομορφίτα. Πάντα με τον Αντώνη Παπαδόπουλο. Κι εκεί που ήμασταν, ο καθένας σε διαφορετικό κελλί, ακούμε μια φωνή που ήταν του Λοϊζου Χατζηλοϊζου να φωνάζει: "Καλώς όρισες, Κυριάκο Μάτση". Κι έτσι μάθαμε όλοι ότι συνελήφθη κι ο Κυριάκος. Εγώ, αμέσως, για να τον ειδοποιήσω ότι ήμουν κι εγώ κρατούμενος, άρχισα να τραγουδώ το "Ένας φίλος ήρθε απόψε απ' τα παλιά...". Ήταν το αγαπημένο τραγούδι και των δυο μας.

Στην Ομορφίτα, ο Κυριάκος υπέστη τα πιο φριχτά ψυχολογικά βασανιστήρια.

Κ.Ι.:
Τι εννοείτε, κ. Παυλάκη;

Π.Π.:
Όταν λέω ότι ο Κυριάκος υπέστη τα πιο φριχτά ψυχολογικά βασανιστήρια ήταν γιατί, όπως ήταν αυθόρμητος και θυελλώδης, δεν αρνήθηκε από την πρώτη στιγμή ότι ανήκε στην ΕΟΚΑ και ότι είχε το ρόλο τον οποίο είχε. Σε αντίθεση με μένα και τους άλλους, που μέχρι το τέλος των ανακρίσεων δεν παραδεχτήκαμε καν ότι ήμασταν μέλη της ΕΟΚΑ, παρά τα στοιχεία και τις πληροφορίες που μας παρουσίασαν.

Κ.Ι.:
Αρνηθήκατε;

Π.Π.:
Ναι. Στον Κυριάκο οι Άγγλοι είδαν ένα άνθρωπο με τον οποίο μπορούσαν να έχουν επαφή και επικοινωνία. Αλλά βέβαια, ο Κυριάκος εξέθετε το σκοπό και την ιδεολογία του Αγώνα' την ελευθερία και την Ένωση. Οι Άγγλοι, από τις συζητήσεις με τον Κυριάκο, φαίνεται πως είδαν ένα ξεχωριστό άνθρωπο και αγωνιστή, που όχι μόνο δεν αρνήθηκε πως ήταν αγωνιστής, όπως κάναμε όλοι οι άλλοι, αλλά υπερασπιζόταν τα ιδανικά του Αγώνα. Αυτό φαίνεται πως τους δημιούργησε την ελπίδα πως μέσω ενός τέτοιου ανθρώπου με ευρύτερη αντίληψη, θα μπορούσαν να πετύχουν επαφή με το Διγενή, για να τον πείσουν να προσέλθει σε κάποια συνεννόηση. Αυτό το ξέρω, γιατί, ενώ ήμουνα στο κελλί μου μια μέρα στην Ομορφίτα, ήρθαν και μου είπαν ότι ζητούσε να με συναντήσει ο φίλος μου Κυριάκος Μάτσης.

Κ.Ι.:
Ποιος ήρθε και σας το είπε;

Π.Π.:
Ένας από τους ανακριτές. Δεν θυμάμαι αν ήταν ο Περέιρα ή ο Χάρρις. Αυτοί οι δυο ανέκριναν εμένα. Βέβαια αρνήθηκα ότι γνώριζα τον Κυριάκο. "Δεν ξέρω τέτοιο πρόσωπο", είπα. "Άντε τώρα που δεν τον ξέρεις", μου απάντησαν.
Και βέβαια δεν χρειάζονταν τη συγκατάθεσή μου. Με πήραν στο κελλί του Κυριάκου. Φυσικά πρέπει να μας παρακολουθούσαν και ίσως να μας ηχογραφούσαν. Μετά την πρώτη συγκίνηση, που μόνο στα μάτια μας μπορούσε να φανεί και με ψιθύρους, νοήματα, αλλά και χοροπηδήματα για να εμποδίσουμε πιθανή ηχογράφηση, είπαμε αυτό που είπαμε.

Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι έμαθα από τον Κυριάκο αυτό που ανέφερα προηγουμένως, ότι οι Άγγλοι επεδίωκαν επαφή με το Διγενή.
Μετά τη συνομιλία μας, που ήταν σύντομη, άνοιξε το κελλί, μπήκαν μέσα οι ανακριτές και πήραν τον Κυριάκο για ανάκριση. Δεν πέρασαν πέντε λεπτά και τον ξανάφεραν πίσω, τον έσπρωξαν και τον πέταξαν μέσα. Κατέληξα τότε στο συμπέρασμα ότι οι Άγγλοι έχασαν κάθε ελπίδα για επαφή με το Διγενή. Κι αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι με άρπαξαν δυο άντρες, και κουβαλώντας με σαν τσουβάλι, με πέταξαν σε ένα άλλο κελλί και με τη φόρα που πήρα, κυλώντας, σταμάτησα στη γωνιά του κελλιού, πάνω σ' ένα πτώμα σχεδόν. Επρόκειτο για κάποιον, που είχαν βασανίσει και εξοντώσει κυριολεκτικά και στην κουβέντα που είχα μαζί του διαπίστωσα ότι ήταν ο Πέτρος Στυλιανού.

Κ.Ι.:
Ποιο μήνα γίνεται αυτό, κ. Παυλάκη;

Π.Π.:
Γενάρη του 1956. Εκείνο που ξέρω είναι ότι με συνέλαβαν στις 23 Δεκεμβρίου, με πήραν στην Ομορφίτα στις 30 του ιδίου μήνα και ακολούθως στα κρατητήρια, γύρω στις 23 - 24 του Γενάρη του 1956.
Σαν κρατούμενος είχα τον αριθμό 192 και ο Κυριάκος τον αριθμό 196, νομίζω. Δηλαδή μετά από μια - δυο μέρες έφεραν και τον Κυριάκο στα κρατητήρια της Κοκκινοτριμιθιάς.

Κ.Ι.:
Και από κει αποδράσατε;

Π.Π.:
Όχι, έχει μια ιστορία. Αν θυμάμαι καλά, εγώ ήμουνα στην παράγκα αρ. 7, ο Κυριάκος στη διπλανή και ο Αντώνης Παπαδόπουλος στην παράγκα αρ. 9, απ' όπου και μας χώριζε κάποια απόσταση. Δεν μπορούσαμε να συναντηθούμε, παρά μόνο όταν βγαίναμε έξω στα συρματοπλέγματα και τραγουδούσαμε τραγούδια, όπως το "Ραγιά". Χρησιμοποιούσαμε νοήματα ή όταν κάποιος από μας είχε επισκεπτήριο φωνάζαμε ο ένας τον άλλο. Συν τω χρόνω αποκαταστήσαμε κάποια επαφή μέσω των δεσμοφυλάκων και ανταλλάζαμε μηνύματα. Από την πρώτη στιγμή, σκοπός των μηνυμάτων αυτών ήταν η απόδραση, γιατί δεν ήταν δυνατό να δεχτούμε ότι θα μέναμε στα κρατητήρια. Πριν από το Πάσχα του 1956, γινόταν μια αναδιοργάνωση στα κρατητήρια. Το Πάσχα της χρονιάς εκείνης το περάσαμε μαζί, στην ίδια παράγκα.

Αμέσως μετά την εξορία του Μακαρίου, το Μάρτη, οι Άγγλοι, θέλοντας φαίνεται να δημιουργήσουν κλίμα εκτόνωσης, κατασκεύασαν περισσότερες παράγκες. Κι εκεί που ήμασταν 32 άτομα σε κάθε παράγκα, τώρα ήμασταν 24. Μας έδωσαν μάλιστα και την ευκαιρία επιλογής των συγκατοίκων μας. Εμείς οι Βαρωσιώτες διαλέξαμε την παράγκα αρ. 12.

Κ.Ι.:
Και ποιοι ήσασταν τελικά;

Π.Π.:
Σ' αυτή λοιπόν την παράγκα βρεθήκαμε οι τρεις μας, ο Κυριάκος, ο Αντώνης κι εγώ και πολλοί άλλοι Βαρωσιώτες. Δεν ήταν φυσικά μόνο Βαρωσιώτες, υπήρχαν δυο παιδιά από την Πάφο και ο Ευαγόρας Παπαχριστοφόρου, πού σκότωσε μετά ο Ασσιώτης. Ήταν επίσης ο Γιαννάκης Επαμεινώνδας από τον Πεδουλά και ο Μίκης Τεμπριώτης. Κατά πλειοψηφίαν όμως ήμασταν Βαρωσιώτες. Εκεί λοιπόν, το σχέδιο απόδρασης ήταν η καθημερινή μας έγνοια και σκοπός. Παρακολουθούσαμε τις κινήσεις των φρουρών και καταρτίζαμε σχέδια. Ο Αντώνης Παπαδόπουλος, που ήταν γυμναστής, χρησιμοποιούσε αυτό το πρόσχημα για να μας κάνει γυμναστικές ασκήσεις, που σκοπό είχαν τη διατήρηση της σωματικής μας δύναμης κι ευκινησίας σε περίπτωση απόδρασης. Μέσω συνδέσμου αποκαταστήσαμε επαφή με το Διγενή και του στέλναμε τα σχέδιά μας για απόδραση. Παίρναμε οδηγίες γι' αυτά αλλά και άλλα θέματα, που αφορούσαν δραστηριότητες μέσα στα κρατητήρια. Ο Διγενής όμως δεν ενέκρινε κανένα από τα σχέδια απόδρασης, γιατί ήταν πολύ ριψοκίνδυνα. Με την έννοια ότι τυχόν αποτυχία θα σήμαινε βέβαιο θάνατο και όχι δεύτερη σύλληψη. Ήταν παράτολμα τα σχέδια. Βέβαια ήταν και αυστηράτα μέτρα φρούρησης. Εμείς όμως ήμασταν αποφασισμένοι. Οποιαδήποτε στιγμή η ζωή μας ήταν δοσμένη. Δεν είχε σημασία σε ποια φάση θα γινόταν αυτό.

Και μας βρίσκει έτσι η 6η ή 8η Ιουνίου του '56, όταν πολύ νωρίς την αυγή, μας φόρτωσαν σε αυτοκίνητα και αρκετούς μας μετέφεραν στα κρα-
τητήρια Πύλας. Ανάμεσα σ' αυτούς ήμασταν ο Αντώνης κι εγώ. Ο Κυριάκος έμεινε στην Κοκκινοτριμιθιά. Κι εκεί χωρίσαμε.

Σ' όλο το διάστημα που μείναμε στην Κοκκινοτριμιθιά, ο Κυριάκος ήταν ο πραγματικός εκφραστής όλων. Σήμερα ίσως να τον λέγαμε εκπρόσωπο. Δεν εκτελούσε όμως εντολές κανενός. Στις διαμαρτυρίες που
κάναμε, στις επιτροπές που είχαμε, ο Κυριάκος ήταν ο άνθρωπος που μπορούσε να μιλήσει, να διατυπώσει με σαφήνεια τις σκέψεις του και να αναπτύξει τις θέσεις και τις απόψεις μας.

Μέσα στα κρατητήρια κάναμε και τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου. Το θυμάμαι, γιατί είναι κάτι που χαρακτηρίζει τον Κυριάκο.
Ήμασταν περιορισμένοι, ομάδες από 23 - 24 άτομα σε κάθε παράγκα, που είχε συρματόπλεγμα γύρω της. Η επαφή με τους κρατουμένους στις άλλες παράγκες ήταν μόνο οπτική. Πώς λοιπόν θα εορταζόταν η εθνική επέτειος;
Όταν θα βγαίναμε έξω στην αυλή θα γινόταν μια ομιλία από τον Πισσά, που ήταν κι εκείνος κρατούμενος και για όσους τον θυμούνται την εποχή εκείνη ήταν ο ρήτορας της Κύπρου. Ήταν φυσικό λοιπόν να μιλήσει ο Πισσάς, που νομίζω πως βρισκόταν στην παράγκα αρ. 9, διαγωνίως, απέναντί μας. Άρχισε λοιπόν να μιλά ο Πισσάς, χείμαρρος όπως πάντα και ξαφνικά εμφανίζεται ο Κυριάκος, ο οποίος επέστρεφε από το επισκεπτήριο. Κρατούσε στα χέρια του τα μπογαλάκια που του έφεραν οι δικοί του. Του άνοιξαν να μπει στην παράγκα κι εκείνος μένει στο διάδρομο, ανάμεσα στα συρματοπλέγματα. Πετά τα μπογαλάκια κάτω, κι εκεί, όπως τελείωνε μια φράση του Πισσά με τη λέξη "ελευθερία", παίρνει τη λέξη αυτή ο Κυριάκος και συνεχίζει. Μια ομιλία χείμαρρος που δεν μπορώ να την περιγράψω κι αυτή τη στιγμή που τη θυμάμαι με πνίγει η συγκίνηση. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι σε ρητορική δεινότητα δεν υστερούσε ο Κυριάκος, απεναντίας μάλιστα. Διότι η ομιλία του δεν ήταν μια ομιλία με συνθήματα. Ήταν μια ομιλία με περιεχόμενο. Αυτός ήταν ο Κυριάκος.

Κ.Ι.:
Πολύ σημαντικό αυτό το σημείο, κ. Παυλάκη. Στη συνέχεια, εσείς αποδράσατε από την Πύλα και ο Κυριάκος από την Κοκκινοτριμιθιά;

Π.Π.:
Ναι. Χωρίσαμε με τον Κυριάκο, αλλά συνεχίσαμε να έχουμε επαφή, όπως συνεχίσαμε και τα σχέδιά μας για απόδραση, ο καθένας από το δικό του χώρο. Είχαμε μυστική επικοινωνία και αλληλοενημέρωση ανάμεσα στον Ιούνιο και το Σεπτέμβριο του 1956, κάνοντας αλλεπάλληλα σχέδια απόδρασης, που ο Διγενής απέρριπτε λόγω υψηλού βαθμού κινδύνου.

Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, ο Διγενής είχε προσφέρει εκεχειρία, την οποία ο Harding εξέλαβε ως αδυναμία της ΕΟΚΑ και του Διγενή. Σαν απάντηση, κάλεσε την ΕΟΚΑ να παραδώσει τα όπλα, τους αντάρτες και τους καταζητουμένους. Το θέμα της αμνηστίας, αν θυμάμαι καλά, θα εξεταζόταν, εκτός για τις περιπτώσεις εκείνων που είχαν καταδικαστεί για φόνο. Ουσιαστικά ήταν απόρριψη της εκεχειρίας. Ίσως να θυμάστε ένα σχετικό επεισόδιο στη Λευκωσία, όπου κυκλοφόρησε ένα γαϊδούρι το οποίο έφερε ένα ξύλινο όπλο και μια πινακίδα που έγραφε: "Ι surrender my Marshall".

Π.Π.:
Στο μεταξύ πήρα τη διαταγή, την οποία θυμούμαι αυτολεξί, διότι απευθυνόταν σε μένα. Έλεγε: "Να επιχειρήσετε απόδραση πάση θυσία".

Κ.Ι.:
Άλλαξαν τα δεδομένα.

Π.Π.:
''Ο Harding πρέπει να πάρει την απάντηση ότι οι αγωνισταί, όχι μόνο δεν παραδίδονται, αλλά δραπετεύουν για να συνεχίσουν τον Αγώνα". Η λέξη να "επιχειρήσετε" είναι σημαντική, γιατί έδειχνε σε μας ότι το Διγενή δεν τον ένοιαζε πια, αν η απόδραση πετύχαινε ή όχι, αν σκοτωνόμαστε ή όχι. Να επιχειρήσουμε. Τον αρκούσε τον εγχείρημα απόδρασης για να δοθεί το μήνυμα στον Κυβερνήτη. Δεν θυμάμαι πώς ακριβώς το διατύπωσε, αλλά δεν μας άφηνε μεγάλα χρονικά περιθώρια.

Κ.Ι.:
Πάραυτα.

Π.Π.:
Κάτι τέτοιο. Ήταν διαταγή. Για μας ήταν ευαγγέλιο. Εκεί λοιπόν, που προηγουμένως τα σχέδιά μας απέβλεπαν στην απόδραση 5 - 8 - 1 Ο ατόμων, ο Αντώνης Παπαδόπουλος κι εγώ, σταθμίζοντας τα δεδομένα, αποφασίσαμε πως δεν είχαμε το δικαίωμα να διακινδυνεύσουμε τη ζωή άλλων συναγωνιστών μας. Έτσι, μυστικά και από τους άλλους με τους οποίους συνεργαζόμασταν μέχρι τότε, καταρτίσαμε σχέδιο απόδρασης που αφορούσε μόνο εμάς τους δυο. Στο μεταξύ, από την επαφή που είχαμε με τον Κυριάκο, διαπιστώσαμε πως κι εκείνοι είχαν πάρει την ιδια διαταγή.

Ημερομηνίες, δεν θυμάμαι καλά, αλλά οι δυο πρώτες απόπειρες απέτυχαν - δεν φτάσαμε καν στο σημείο του συρματοπλέγματος. Η τρίτη, που ήταν και επιτυχημένη, έγινε σαν σήμερα που μιλάμε, 8 Σεπτεμβρίου του 1956, ημέρα της Παναγίας. Γι' αυτό κι όταν βρεθήκαμε σε ασφαλές μέρος, η πρώτη μου δουλειά ήταν να αναφέρω στον Αρχηγό.

Κ.Ι.:
Είναι συγκλονιστική αυτή η σύμπτωση, πριν από 40 χρόνια ακριβώς. Συμμερίζομαι αυτή τη συγκίνησή σας, κ. Παυλάκη, και θα το αφήσω ακριβώς όπως το λέτε. Αφήστε ελεύθερο τον εαυτό σας.

Π.Π.:
(Πολύ συγκινημένος). Η αναφορά μου στον Αρχηγό ήταν: "Με τη βοήθεια της Θεοτόκου, Στρατηγού του Έθνους μας, βρισκόμαστε επιτέλους ελεύθεροι να συνεχίσουμε τον Αγώνα". Αυτά ήταν τα λόγια που χρησιμοποίησα. Και για μένα δεν ήταν απλώς σχήμα λόγου, ούτε τότε ούτε και σήμερα. Γιατί, αν πέτυχε η απόδραση, οφείλεται στη μεσολάβηση δυο πραγμάτων, που κάποιοι μπορεί να ονομάσουν συμπτώσεις.

Κ.Ι.:
Εκείνα που ονομάζουμε συμπτώσεις πρέπει να τα ερευνούμε βαθύτερα.

Π.Π.:
Όταν μπήκαμε μέσα στο συρματόπλεγμα, δεν γνωρίζαμε φυσικά το χρόνο που θα χρειαζόμασταν μέχρι την έξοδό μας απ' αυτό.

Κ.Ι.:
Ήσασταν οι δυο σας, ο Αντώνης κι εσείς;

Π.Π.:
Ναι. Μας πήρε 65 λεπτά, έρποντας στο ενδιάμεσο δυο συρματοπλεγμάτων για να φτάσουμε στο τελευταίο συρματόπλεγμα, το οποίο, ύστερα από 65 λεπτά αγωνίας και προσπάθειας, δεν καταφέρναμε να κόψουμε. Χρειάστηκαν προσευχές και μεγάλη προσπάθεια για να το κόψουμε. Και βγήκαμε έξω.

Μας χρειαζόταν κάποιος χρόνος να πάρουμε ανάσα και να αφαιρέσουμε ο ένας από τον άλλο τα ρούχα - καμουφλάζ που φορούσαμε. Το σχέδιο ήταν να απομακρυνθούμε τρέχοντας. Από πάνω μας, δεξιά και αριστερά, υπήρχαν δύο πυργίσκοι, με φρουρούς οπλισμένους με μπρεν, σε απόσταση λιγότερη από 100 υάρδες. Μπορούσαν να μας θερίσουν. Μπροστά μας ήταν ανοικτός κάμπος. Δεν υπήρχε τίποτε που να μας καλύψει, παρά μόνο, σε μια απόσταση που ούτε τώρα μπορώ να υπολογίσω, ένα βουναλάκι. Έτσι τουλάχιστο το βλέπαμε από μακριά. Αν καταφέρναμε, δηλαδή, να φτάσουμε μέχρις εκείνο το σημείο, το πιθανότερο ήταν να γίνουμε αντιληπτοί από τους φρουρούς, που θα μας πυροβολούσαν και θα καταλήγαμε τραυματισμένοι ή νεκροί.

Όσοι γνώριζαν το σχέδιο τότε και όσοι το έμαθαν αργότερα, ήξεραν ότι τυχόν αποτυχία αυτής της απόδρασης δεν θα σήμαινε επανασύλληψη, αλλά τραυματισμό ή θάνατο.
Αν εξετάσει κανείς όλες τις άλλες αποδράσεις θα διαπιστώσει ότι ο κίνδυνος ήταν η επανασύλληψη. Σ' αυτή την περίπτωση δεν ήταν έτσι. Ήταν τραυματισμός ή θάνατος.

Τα δύο γεγονότα που σας ανέφερα πρηγουμένως είναι τα εξής: Μη γνωρίζοντας πόσο χρόνο θα μας έπαιρνε, βγήκαμε έξω μετά από 65 λεπτά, όπως σας είπα. Η ώρα ήταν 7.00 το πρωϊ και είχαμε ξεκινήσει στις 5.55. Τη στιγμή που θ' αποφασίζαμε να τρέξουμε, διαπιστώσαμε ότι ο πλησιέστερος προς εμάς φρουρός δεν βρισκόταν στον πυργίσκο. Αμέσως, αλλάξαμε σχέδιο και αντί να τρέξουμε, αρχίσαμε να αποκρυνόμαστε ανέμελα. Θα τρέχαμε μόνο αν ακούγαμε το αλτ του φρουρού. Έτσι απομακρυνθήκαμε σα να μη συνέβαινε τίποτε.

Κ.Ι.:
Ο φρουρός πού βρισκόταν;

Π.Π.:
Εκ των υστέρων το συμπέρασμα ήταν ότι στις 7.00 γινόταν η αντικατάσταση του φρουρού. Το πρώτο συγκλονιστικό γεγονός είναι ότι εμείς φτάσαμε εκεί στα 65 λεπτά και όχι στα 55 να πούμε, και ήταν ένα χρονοδιάγραμμα αυτό, που δεν μπορούσαμε να υπολογίσουμε από πριν.
Η τύχη ή η θεία Πρόνοια, αν θέλετε, μας βοήθησε να φτάσουμε εκεί στις 7.00 ακριβώς, τη στιγμή της αντικατάστασης του φρουρού.
Το δεύτερο γεγονός ποιο ήταν νομίζετε; Ενώ ο νέος φρουρός συνήθως ανέβαινε πρώτα στον πυργίσκο και ακολούθως κατέβαινε εκείνος που είχε τελειώσει τη βάρδια του, σ' αυτή την περίπτωση έγινε το αντίθετο. Κατέβηκε κάτω, ίσως ν' άρχισαν και καμμιά κουβεντούλα και βλέποντας δυο άτομα να περπατούν φυσιολογικά, σε κάποια απόσταση από το συρματόπλεγμα, δεν έδωσε σημασία.
Έτσι η απομάκρυνσή μας έγινε με ασφάλεια και φτάσαμε στο σημείο όπου μας περίμεναν συνεργάτες μας και αυτοκίνητα που θα μας μετέφεραν αλλού. Μέσα σε λιγότερο από μια ώρα ήμασταν σε ασφαλές μέρος και γράψαμε την αναφορά προς το Διγενή, που σας είπα.

Όπως θα έχετε ήδη εξακριβώσει, η απόδραση του Κυριάκου ακολούθησε σε 3 - 4 μέρες.

Κ.Ι.:
Σ' αυτό το σημείο θάθελα να ρωτήσω αν ο Κυριάκος στην αλληλογραφία του με σας ανεφέρθη στον τρόπο απόδρασής του.

Π.Π.:
Ναι. Είναι γνωστό πώς απέδρασε. Με ποιους δεν θυμούμαι τώρα. Αλλά είχαν καταφέρει να μεταμφιεστούν σε εργάτες που δούλευαν μέσα στα κρατητήρια και την ώρα που σχολνούσαν αυτοί, οι δραπέτες αναμίχθηκαν μαζί τους και διέφυγαν. Κάποιοι Ελληνοκύπριοι δεσμοφύλακες γνώριζαν το σχέδιο και τους διευκόλυναν.

Κ.Ι.:
Αυτό σας το επεκύρωσε και ο Κυριάκος;

Π.Π.:
Βέβαια. Αυτός ήταν ο τρόπος απόδρασης του Κυριάκου. Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι ότι και η απόδραση αυτή ήταν συνέχεια και αποτέλεσμα της διαταγής του Διγενή. Δεν θυμάμαι, αν ο Κυριάκος μου έστειλε γράμμα από τα κρατητήρια, γιατί μου έρχεται στο νου μια φράση του που έλεγε ότι δεν τους χωρούσε πια ο τόπος από τη στιγμή που είχαμε αποδράσει ο Αντώνης κι εγώ. Αν μου το έγραψε αυτό, ή μου το είπε μετά, δεν θυμάμαι. Πάντως δεν μεσολάβησε ούτε μια εβδομάδα ανάμεσα στις δυο αποδράσεις.

Κ.Ι.:
Και η συνέχεια;

Π.Π.:
Εγώ ανέλαβα τον τομέα Αμμοχώστου, ο Αντώνης πήγε στον Αυξεντίου, γιατί ο Αυξεντίου τον ήθελε εκεί για να οργανώσει το αντάρτικο. Ο Γρηγόρης και ο Αντώνης είχαν πολύ ισχυρό φιλικό δεσμό, έμοιαζαν με το Δάμωνα και το Φιντία. Ήταν αχώριστοι, σαν δίδυμοι.

Σε συγχαρητήρια επιστολή του προς εμένα ο Αυξεντίου απολογείτο γιατί θα μου στερούσε τον Αντώνη, γράφοντάς μου: 'Άλλά έχω κι εγώ δικαίωμα. Ήσασταν τόσο καιρό μαζί".

Ενώ ο κάθε τομέας έπαιρνε ξεχωριστές διαταγές κι η εφαρμογή τους ήταν ευθύνη του καθενός, ο Κυριάκος κι εγώ είχαμε κοινή συνεννόηση ως προς την εφαρμογή. Εκτός από τη συνεννόηση και τον συντονισμό, υπήρχε και μια ομοιομορφία που θα δυσκόλευε τους Άγγλους να αναγνωρίσουν ξεχωριστή διοίκηση σε κάθε τομέα και να αναγνωρίσουν τομεάρχες.

Η τακτική, οι ενέργειες και η δράση μας είχαν κάτι κοινό, σε βαθμό που ο Κυριάκος μου έγραψε ότι ήθελε να γράψει στο Γέρο και να του εισηγηθεί να θεωρεί τον τομέα μας ως ενιαίο. Και ότι μαζί θα θαυματουργούσαμε.
Σε δυο διαφορετικές περιπτώσεις, όταν διεξάγονταν μεγάλες έρευνες στην περιοχή του, ο Κυριάκος κατέφυγε στο δικό μου τομέα. Μια φορά ήρθε με την ομάδα του στο Μαραθόβουνο, που ήταν περιοχή δική μου. Εκεί δεν συναντηθήκαμε. Άλλη φορά ήρθε μόνος του και συναντηθήκαμε στους Στύλλους, όπου είχα κρησφύγετο.

Κ.Ι.:
Κύριε Παυλάκη, σ' αυτές τις συναντήσεις σας, όπως αυτή που αναφέρατε, μπορείτε να μου πείτε πώς ήταν ο Κυριάκος;

Π.Π.:
Δεν υπήρχε τίποτε το ξεχωριστό στις συναντήσεις αυτές, διότι η γραπτή επαφή κι επικοινωνία ήταν τόσο συχνή, που νιώθαμε πως δεν ήμασταν μακριά ο ένας από τον άλλο. Απλώς στη συνάντηση υπήρχε μεγαλύτερη συγκίνηση και θέρμη.

Σ' αυτό το διάστημα γράφτηκε και η 11σέλιδη εκείνη επιστολή του προς
εμένα, που σας ανέφερα και η οποία δυστυχώς δεν υπάρχει. Εκεί μέσα, και ατενίζοντας από τον Πενταδάκτυλο, έγραφε για όλα όσα τον απα-
σχολούσαν: οράματα, στοχασμοί, προβληματισμός, ανθρωπισμός, νοσταλγία, αγάπη για τη γη και την πατρίδα. Τα πράγματα που συνθέτουν έναν ολοκληρωμένο άνθρωπο όπως ήταν ο Κυριάκος.

Κ.Ι.:
Κύριε Παυλάκη, θάθελα να σας υποβάλω ακόμα κάποιες ερωτήσεις. Υπήρξατε τομεάρχης Αμμοχώστου. Κατάγεστε από κει;

Π.Π.:
Κατάγομαι από χωριό της Αμμοχώστου, τα Άρδανα, αλλά από την ηλικία των 18 χρόνων ήμουν στην Αμμόχωστο.

Κ.Ι.: Μπορείτε να μου πείτε κάτι για το ρόλο που διαδραμάτισαν το Λύκειο Ελληνίδων, η Ανόρθωση και ο ΓΣΕ;

Π.Π.:
Μπορεί να πει κανείς ότι και τα τρία αυτά Ιδρύματα υπήρξαν τα φυτώρια μέσα από τα οποία βγήκαν πολλά στελέχη της ΕΟΚΑ. Ο Κυριάκος ήταν συνδεδεμένος και με την Ανόρθωση και με το Λύκειο Ελληνίδων.

Κ.Ι.:
Λόγω συγγένειας, με το Λύκειο Ελληνίδων.

Π.Π.:
Ναι. Παρ' όλο που η γνωριμία μας με τον Κυριάκο έγινε με τον Αγώνα, γνώριζα γι' αυτόν από τη δραστηριότητά του στο Λύκειο Ελληνίδων. Μ' όλο που δεν το γνωρίζω προσωπικά, ο Κυριάκος ήταν εθνικά δραστήριος από τα μαθητικά του χρόνια. Γι' αυτό όμως θα μιλήσουν κάποιοι άλλοι. Το Λύκειο Ελληνίδων, χάρη στη Μαρία Π. Ιωάννου, έβγαλε όλα εκείνα τα στελέχη που επάνδρωσαν τον Αγώνα. Όπως και η Ανόρθωσις.

Κ.Ι.:
Την Ανόρθωση, την ανατίναξαν οι Άγγλοι.

Π.Π.:
Η ανατίναξη ήταν το επιστέγασμα. Αλλά αν μιλούμε για ήρωες και αγωνιστές που προήλθαν από το Λύκειο Ελληνίδων, παράδειγμα είναι η Κλαίρη Αγγελίδου, άξιος συνεχιστής του. Το πρόσωπο που εκφράζει την ιδέα του Λυκείου Ελληνίδων σήμερα, άσχετα από πολιτικές ιδιότητες, είναι η Κλαίρη Αγγελίδου. Την αγαπώ όσο δεν φαντάζεστε γι' αυτό το οποίο ήταν και είναι.
Εγώ πήγα στην Αμμόχωστο το Δεκέμβριο του 1947. Εκεί γνώρισα τον Αντώνη Παπαδόπουλο, πού ήταν ήδη πρωταθλητής, ποδοσφαιριστής της Ανόρθωσης. Και το Γρηγόρη Αυξεντίου. Στην Ανόρθωση έγινε η γνωριμία μας. Τα χρόνια εκείνα, δηλαδή από το 1948 που τέλειωσε το Γυμνάσιο και μέχρι να πάει στην Ελλάδα, ο Αυξεντίου κατέβαινε από τη Λύση και όταν εύρισκε δουλειά, δούλευε στο λιμάνι της Αμμοχώστου, όταν δεν εύρισκε πήγαινε στην Ανόρθωση και διάβαζε τις εφημερίδες στη βιβλιοθήκη. Εκεί τον συναντούσα τα μεσημέρια. Συνδεθήκαμε, γιατί άρεσε και στους δυο μας το πινγκ-πόνγκ. Εγώ δεν είχα μπάλα του πινγκ-πόνγκ, εκείνος είχε, και εγώ βιαζόμουνα να τελειώσω το μεσημεριανό μου φαγητό για να συναντήσω τον Αυξεντίου στην Αμμόχωστο και να παίξουμε. Έτσι άρχισε η γνωριμία μαζί του.

Σας είπα αυτή την ιστορία, για να τονίσω ότι όλοι είχαμε μεγαλώσει μέσα στην Ανόρθωση. Και εμείς, που ξεκινήσαμε τον Αγώνα, στρατολογήσαμε τους υπόλοιπους μέσα από την Ανόρθωση. Ο Αντώνης Παπαδόπουλος ήταν, όχι μόνο πρωταθλητής, αλλλά και γυμναστικός, μέχρι το 1955. Έπρεπε να ξεχωρίσουμε άτομα με φρόνημα, εχεμύθεια, αγωνιστικότητα, μέσα από τις γνωριμίες μας.

Κ.Ι.:
Ήταν ο τόπος συγκέντρωσής σας.

Π.Π.:
Ο Αντώνης, που ήταν και καθηγητής σε Γυμνάσιο, εργαζόταν μέσα
από τους μαθητές.

Κ.Ι.:
Και ο ΓΣΕ;

Π.Π.: Θα πρέπει εδώ να αναφερθώ σε πρόσωπα, που με τη δραστηριότητά τους, κράτησαν υψηλά το φρόνημα της νεολαίας στην Αμμόχωστο. Στο Λύκειο Ελληνίδων ήταν η Μαρία Π. Ιωάννου με τις συνεργάτιδές της. Στον ΓΣΕ και στην Ανόρθωση ήταν ο Αναστάσιος Οικονομίδης και ο Διάκος, ένας γυμναστικός εξ Ελλάδος, που έφυγε αργότερα από την Κύπρο. Εκείνος δημιούργησε τον Αντώνη Παπαδόπουλο. Στο ΓΣΕ ήταν ο Χαρίλαος Παντελίδης, αδελφός του στρατηγού, ένας φιλήσυχος, μειλίχιος άνθρωπος, πατριώτης ως το κόκκαλο. Δεν μπορούσε να τον υποπτευθεί κανένας. Τον στρατολογήσαμε στην Οργάνωση και τον χρησιμοποιήσαμε στις περιπτώσεις που χρειαζόταν ένας άνθρωπος υπεράνω υποψίας. Για παράδειγμα, αναφέρω τη συμβολή του, το Νιόβρη του1955, όταν η ομάδα του Αυξεντίου ήταν υπό δίωξη, από το Μαύρο Όρος(μετά την προδοσία Χατζημιτσή) και επροωθείτο ανατολικά. Έπρεπε τότε να τους βρω στα βουνά της Καντάρας και να τους οδηγήσω σε ασφαλές μέρος, πράγμα που έγινε. Χρησιμοποίησα το Χαρίλαο Παντελίδη, που είχε εξοχικό σπίτι στην Καντάρα. Εκείνος εφοδίαζε την ταλαιπωρημένη από τη βροχή και το κρύο ομάδα, με τρόφιμα και ρούχα.

Κ.Ι.:
Έχω ακόμα ένα - δυο πράγματα να ρωτήσω. Από τα λεγόμενα όλων, φαίνεται η προσωπικότητα του Κυριάκου, ο οραματισμός του, η δύναμη του χαραχτήρα, ο πατριωτισμός του. Αν επρόκειτο να μιλήσετε σήμερα στα εγγονάκια σας και να τους πείτε κάποια πράγματα, τι θα τους λέγατε για τον Κυριάκο Μάτση; Ποια σκιαγράφηση θα κάνατε; Μου είπατε ήδη αρκετά, αλλά ήθελα εκείνα τα καίρια.

Π.Π.:
Εκείνο που λέω στα παιδιά μου και θα λέω και στα εγγόνια μου είναι να αποκτήσουν συνείδηση του ότι είναι Έλληνες, γιατί είναι προνομιούχος όποιος μπορεί να είναι συνειδητά Έλληνας.

Κ.Ι.:
Αυτή είναι μια δική σας υποθήκη. Για τον Κυριάκο τι θα λέγατε;

Π.Π.:
Αυτή είναι υποθήκη για κάθε Κύπριο και Έλληνα. Ο Κυριάκος Μάτσης, όπως και εκατοντάδες άλλοι, ήταν αυτό: ενσυνείδητα Έλληνας και οραματιστής. Όπως σας είπα και προηγουμένως, δεν προσωποποιώ τα ιδανικά και τις ιδέες. Τα πρόσωπα είναι εκφραστές, είναι φορείς αυτών των πραγμάτων και όποιος στη ζωή του καταφέρει να γίνει τέτοιος φορέας, πρέπει να θεωρεί τον εαυτό του προνομιούχο. Εξακολουθώ να λέω και σήμερα πως η γενιά που της έτυχε να κάνει τον απελευθερωτικό αγώνα πρέπει να θεωρεί τον εαυτό της σαν την προνομιούχα γενιά της Κύπρου. Η ευκαιρία που της δόθηκε, να φτάσει σ' αυτό το ύψος ψυχικού μεγαλείου, είναι ανεπανάληπτη. Αφήνω κατά μέρος τα κατορθώματα και τους ηρωισμούς. Το μεγαλύτερο προνόμιο που δόθηκε σ' αυτή τη γενιά ήταν η ευκαιρία να φτάσει σ' αυτό το ύψος του ψυχικού μεγαλείου. Ιστορικά ένα τέτοιο γεγονός δεν συμβαίνει συχνά.

Κ.Ι.:
Ούτε και τέτοιες μορφές γεννιούνται συχνά.

Π.Π.:
Χτες με πήρε τηλέφωνο ο Πετρούτσιος, συναγωνιστή ς από την Ξυλοτύμπου, για να μου θυμίσει ότι σαν σήμερα, πριν 40 ακριβώς χρόνια, κάναμε την απόδραση. Ο Πετρούτσιος ήταν ένας από κείνους που μας παρέλαβαν.

Όταν συνειδητοποίησα τα 40 χρόνια που πέρασαν, θυμήθηκα το φίλο και συναγωνιστή μου Γιαννάκη Δρουσιώτη από την Πάφο, που μια μέρα, κουβεντιάζοντας, μου λέει: "Μα ξέρεις ότι εμείς τόσα χρόνια ζούμε δανεικά; Τα χρόνια που ζούμε είναι δανεικά. Τη ζωή μας την ξεγράψαμε από τότε".
Και σκέφτηκα, ποιον να ευχαριστήσω, γιατί έζησα ακόμα 40 χρόνια;

Κ.Ι.:
Κάποτε ρώτησα ένα συναγωνιστή του Μάρκου Δράκου, κάποιον που ήτανε πολύ κοντά του, τι είχε να μου πει ύστερα από τόσα χρόνια. Μου λέει: "Εκείνος ήταν τυχερός, εγώ ήμουν άτυχος. Εκείνος έφυγε και έμεινε στην Ιστορία. Λυπούμαι που δεν έφυγα κι εγώ μαζί του".

Π.Π.:
Αυτός είναι ο πόνος του αγωνιστή, και τον καταλαβαίνω. Μετά τον Αγώνα ήπιε μόνο δηλητήριο.

Κ.Ι.:
Και διάψευση.

Π.Π.:
Σαν φυσικό παράπονο για τον πόνο που ακολούθησε, ναι. Αλλά δεν ήταν αυτοσκοποός να γίνεις ήρωας.

Κ.Ι.:
Κύριε Παυλάκη, τελειώνοντας, θάθελα να σας πω το εξής: όχι μόνο σας ευχαριστώ και σας είμαι ευγνώμων, αλλά η συνομιλία μας για μένα ήταν μια μυσταγωγία για εκείνη την ιερή περίοδο του έθνους μας.

<--Επιστροφή